λύχνων

λύχνων
λύχνον
neut gen pl
λύχνος
sno
masc gen pl
λύχνος
sno
neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • SUPREMA — I. SUPREMA apud Plin. l. 7. c. 60 . ubi de primo Horologiorum apud Romanos usu, Duodecim tabulis ortus tantum et occasus nominantur: post aliquot annos adiectus est et Meridies, Accensô Consulum id pronuntiante, quum ab Curia inter Rostra et… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Moudros — Stadtgemeinde Moudros (1997–2010) Δήμος Μούδρου (Μούδρος) …   Deutsch Wikipedia

  • Mudros — Gemeinde Moudros Δήμος Μούδρου (Μούδρος) DEC …   Deutsch Wikipedia

  • ЛИХН, ЛАМПА — •Λύχνος, была у греков единственным средством освещения в их домашнем быту. В гомеровские времена употреблялись особого рода светильники (λαμπτη̃ρες), состоявшие из… …   Реальный словарь классических древностей

  • Verwaltungsgliederung von Limnos — Die Gemeinde Limnos (griechisch Δήμος Λήμνου) wurde auf Grund des Kallikratis Programms aus den vier Vorgängergemeinden Myrina, Atsiki und Nea Koutali und Moudros der griechischen Insel Limnos zum 1. Januar 2011 gebildet. Sie umfasst die… …   Deutsch Wikipedia

  • Лихн —    • Λύχνος,          была у греков единственным средством освещения в их домашнем быту. В гомеровские времена употреблялись особого рода светильники (λαμπτη̃ρες), состоявшие из жаровен, покоившихся на высоких подставках или ножках и… …   Реальный словарь классических древностей

  • ανάκαυσις — ἀνάκαυσις ( εως), η (Α) [ἀνακαίω] (λύχνων) άναμμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀνα * + καῦσις] …   Dictionary of Greek

  • αφή — Είναι η αίσθηση που επιτρέπει την αναγνώριση των εξωτερικών χαρακτηριστικών και της επιφάνειας των αντικειμένων (σχήμα, όγκος, τραχύτητα, λειότητα, ομοιομορφία κ.ά.) με την επαφή του δέρματος. Τα απτικά αισθήματα προκαλούν, όταν ερεθιστούν, με… …   Dictionary of Greek

  • λαβίδα — Κάθε εργαλείο με δύο σκέλη για τη σύλληψη, συγκράτηση ή βίαιη έλξη αντικειμένων. φαινόμενο της λ. (Φυσ.). Το φαινόμενο της συστολής του πλάσματος και της απομάκρυνσής του από τα τοιχώματα του σωλήνα στον οποίο περιέχεται, διαδικασία που τελείται… …   Dictionary of Greek

  • λυχνίτης — Παλαιότερη ονομασία για το μάρμαρο της Πάρου, επειδή η εξόρυξή του γινόταν με το φως των λύχνων. Από το μάρμαρο αυτό είναι κατασκευασμένα, μεταξύ άλλων, το άγαλμα του Ερμή του Πραξιτέλη και η πρόσοψη του ναού των Δελφών. Άλλες ονομασίες του είναι …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”